Με την υπ’ αριθμ. 1692/2018 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών έγινε δεκτή η αγωγή συνδρομήτριας κατά εταιρείας τηλεπικοινωνιών και εταιρείας ενημέρωσης οφειλετών για παράνομη διαβίβαση προσωπικών δεδομένων της, επιδικάζοντάς της το ποσό των 5.869,40 ευρώ ως αποζημίωση για ηθική βλάβη.
Διαβίβαση προσωπικών δεδομένων χωρίς ενημέρωση και οχλήσεις από εισπρακτική
Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, η ενάγουσα σύναψε σύμβαση με την εναγόμενη εταιρεία τηλεπικοινωνιών, στο πλαίσιο της οποίας συμφωνήθηκε ότι η πληρωμή των μηνιαίων λογαριασμών θα εξοφλείτο με πάγια εντολή μέσω πιστωτικής κάρτας.
Κατά την κατάρτιση της σύμβασης η εταιρεία τηλεπικοινωνιών συνέλεξε από την ενάγουσα προσωπικά της δεδομένα, μεταξύ των οποίων το όνομα, το επώνυμο, την ημερομηνία γέννησης, τον ΑΦΜ και τον αριθμό τηλεφώνου της.
Όταν η εταιρεία τηλεπικοινωνιών επιχείρησε να χρεώσει την προαναφερόμενη πιστωτική κάρτα προς εξόφληση του λογαριασμού, το αίτημα απορρίφθηκε από την πληρώτρια τράπεζα με την αιτιολογία «αδυναμία χορήγησης έγκρισης».
Στη συνέχεια, η ενάγουσα έλαβε τηλεφωνική όχληση στο κινητό της τηλέφωνο από υπάλληλο της εναγομένης εταιρείας ενημέρωσης οφειλετών, της οποίας την ύπαρξη η ενάγουσα μέχρι τότε αγνοούσε, και η οποία την αιφνιδίασε λέγοντας της ότι καλεί εκ μέρους της εταιρείας τηλεπικοινωνιών, ενημερώνοντάς την για τη ληξιπρόθεσμη οφειλή της.
Στην συνέχεια οι υπάλληλοι της εταιρείας ενημέρωσης οφειλετών την κάλεσαν στο σταθερό της τηλέφωνο και μίλησαν είτε με την ίδια είτε με οικείους της, οχλώντας την για την καταβολή των ληξιπρόθεσμων δόσεων.
Η εταιρεία τηλεπικοινωνιών δεν επικαλέσθηκε, ούτε απέδειξε ότι είχε προβεί σε τέτοια ενημέρωση μεταγενέστερα, μετά τη συλλογή των δεδομένων και πριν από τη διαβίβαση τους στην ως εισπρακτική εταιρία.
Συνοψίζοντας, η πρώτη εναγόμενη (εταιρεία τηλεπικοινωνιών), αφού συνέλεξε κατά την κατάρτιση της σύμβασης τα προσωπικά δεδομένα της ενάγουσας, τα διαβίβασε προς τη δεύτερη εναγόμενη (εισπρατική) μαζί με το οικονομικό δεδομένο για το ύψος της οφειλής του λογαριασμού της σταθερής τηλεφωνικής παροχής, παρανόμως, αφού ουδέποτε την ενημέρωσε εγγράφως, ως όφειλε, εκ των προτέρων για την επικείμενη διαβίβαση τους αλλά ούτε και εκ των υστέρων.
Η εισπρακτική, ως αποδέκτρια των παραπάνω δεδομένων, δια των αναφερομένων στην παρούσα προστηθέντων υπαλλήλων επίσης παρανόμως τα επεξεργάστηκε, αφότου προηγουμένως τα είχε συλλέξει παρανόμως από την εταιρεία τηλεπικοινωνίων, και στη συνέχεια τα καταχώρισε στο προσωπικό της αρχείο (ηλεκτρονικό υπολογιστή) και ακολούθως τα χρησιμοποίησε χωρίς ουδέποτε να την ενημερώσει και αυτή για το ότι τα έχει λάβει, για το όνομα του υπευθύνου επεξεργασίας και για το σκοπό της επεξεργασίας τους.
Αλληλέγγυα και εις ολόκληρον ευθύνη υπευθύνου επεξεργασίας και εκτελούντος την επεξεργασία
Όπως αναφέρεται στην απόφαση, οι συνεχείς κλήσεις των υπαλλήλων της εισπρακτικής προκάλεσαν στην ενάγουσα μεγάλη ψυχική αναστάτωση, από το γεγονός ότι τα προσωπικά της δεδομένα είχαν διαρρεύσει σε τρίτους χωρίς καμιά δική της ενημέρωση.
Το δικαστήριο έκρινε ότι οι παράνομες πράξεις και παραλείψεις των εταιρειών προσέβαλαν την προσωπικότητα της ενάγουσας και προκάλεσαν σημαντική ηθική βλάβη, ενώ τα όργανα τον εναγομένων, κατά την επεξεργασία των δεδομένων, όφειλαν να γνωρίζουν την πιθανότητα επέλευσης της βλάβης.
Από την αποδεικτική διαδικασία ότι ο δικαιούχος της πιστωτικής κάρτας, λόγω λήξης ισχύος της, προέβη σε έκδοση νέας πιστωτικής κάρτας, χωρίς όμως να ενημερώσει σχετικά την εισπρακτική, την εταιρεία τηλεπικοινωνιών ή την Τράπεζα.
Ωστόσο, το δικαστήριο έκρινε ότι η εταιρεία τηλεπικοινωνιών όφειλε, ενώ υπήρχαν ληξιπρόθεσμες οφειλές, προκειμένου να ενημερωθεί η ενάγουσα γι’ αυτές, να χρησιμοποιήσει άλλα μέσα ενημέρωσης είτε μέσω αποστολής εξώδικης όχλησης, είτε τηλεφωνικά μέσω των δικών της προστηθέντων υπαλλήλου της πλην όμως προέβη στις προαναφερόμενες παράνομες πράξεις και παραλείψεις.
Κατόπιν αυτών, το δικαστήριο έκρινε ότι θα πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή και να υποχρεωθούν οι εναγόμενες εταιρείες να καταβάλλουν στην ενάγουσα αλληλεγγύως και εις ολόκληρον το ποσόν των 5869,40 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής.